1.7.2 Δευτερογενές Λεμφοίδημα


Το δευτερογενές λεμφοίδημα (ονομάζεται λεμφοίδημα από εδώ και πέρα στον οδηγό) δημιουργείται από φραγμό ή διακοπή του λεμφικού συστήματος και συχνά αφορά στους λεμφαδένες της βουβωνικής χώρας και της περιοχής της μασχάλης. Συνήθως η αιτία δυσλειτουργίας, όπως χειρουργείο καρκίνου ή ακτινοθεραπεία, μπορεί να αναγνωριστεί. Άλλα αίτια συμπεριλαμβάνουν:


  1. Διαδικασία απομάκρυνσης κιρσών
  2. Περιφερικό αγγειακό χειρουργείο
  3. Εγκαύματα
  4. Τσιμπήματα από έντομα                    
  5. Μόλυνση
  6. Φλεγμονή
  7. Τραυματισμός

Το δευτερογενές λεμφοίδημα του άνω άκρου είναι πιο πιθανό να οφείλεται σε ακτινοθεραπεία λόγω καρκίνου του μαστού ή αφαίρεση των λεμφαδένων της μασχάλης, μια διαδικασία που χρησιμοποιείται για τον περιορισμό της έκτασης του καρκίνου του μαστού. Αυτή είναι η πιο συχνή αιτία δευτερογενούς λεμφοιδήματος. Λεμφοίδημα κάτω άκρων σημειώνεται στο 47% των ατόμων που υποβάλλονται σε χειρουργείο γεννητικών οργάνων λόγω καρκίνου, ειδικά αν η διαδικασία συμπεριλαμβάνει αφαίρεση των λεμφαδένων της λεκάνης ή της βουβωνικής χώρας ή ακτινοθεραπεία. Το δευτερογενές λεμφοίδημα μπορεί να διαχωριστεί σε οξύ και χρόνιο τύπο.
Α) Οξύ Λεμφοίδημα
Σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου των ΗΠΑ υπάρχουν τέσσερεις τύποι οξέως λεμφοιδήματος.
Ο πρώτος τύπος οξέως δευτερογενούς λεμφοιδήματος συμβαίνει μέσα σε λίγες ημέρες μετά τη χειρουργική αφαίρεση των λεμφαδένων και είναι συνήθως ήπιο και παροδικό. Αυτό το λεμφοίδημα συνήθως περνάει μέσα σε 2 ή 3 εβδομάδες αν το μέλος διατηρηθεί σε ανύψωση και οι μύες του μέλους συσπώνται συχνά.
Ο δεύτερος τύπος οξέως δευτερογενούς λεμφοιδήματος προκαλείται από φλεγμονή είτε των λεμφικών αγγείων, είτε των φλεβικών αγγείων. Αυτός ο τύπος μπορεί να εμφανιστεί 6-8 εβδομάδες μετά από χειρουργείο ή ακτινοθεραπεία. Συνήθως αντιμετωπίζεται με ανύψωση του μέλους και αντιφλεγμονώδη αγωγή.
Ο τρίτος τύπος οξέως δευτερογενούς λεμφοιδήματος προκαλείται από μικρό τραυματισμό, όπως έγκαυμα ή τσίμπημα εντόμου που προκαλεί μόλυνση του δέρματος και των λεμφικών αγγείων. Συνήθως αντιμετωπίζεται με ανύψωση του μέλους και αντιβιοτικά.
Ο τέταρτος τύπος οξέως δευτερογενούς λεμφοιδήματος είναι ο πιο συχνός και δημιουργείται πολύ σταδιακά, εμφανίζοντας συμπτώματα πολλούς μήνες ή και χρόνια μετά τη χειρουργική επέμβαση ή τη θεραπεία για τον καρκίνο.
Το οξύ αλλά παροδικό λεμφοίδημα τυπικά διαρκεί λιγότερο από 6 εβδομάδες και χαρακτηρίζεται από μαλακό δέρμα και εντύπωμα (pitting) κατά το οποίο στο δέρμα παραμένει σημάδι όταν πιεστεί. Το εντύπωμα είναι σύνηθες σε όλα τα οιδήματα και χαρακτηρίζεται από υποχώρηση του δέρματος που διαρκεί για μερικά δευτερόλεπτα σε απάντηση σε πίεση με τα ακροδάχτυλα. Το υγρό στους ιστούς μετατοπίζεται εύκολα, αλλά καθώς η πάθηση επιδεινώνεται δεν υπάρχει μετατόπιση του υγρού, ούτε εντύπωμα.
Β) Χρόνιο Λεμφοίδημα
Αυτός είναι ο πιο δύσκολος τύπος λεμφοιδήματος στην αντιμετώπιση, επειδή το κατεστραμμένο λεμφικό σύστημα, από τον μεγάλο όγκο υγρού, δεν μπορεί να ανταποκριθεί ικανοποιητικά στη θεραπεία. Συχνά συνοδεύεται από αλλαγές όπως ίνωση. Το χρόνιο λεμφοίδημα συχνά συσχετίζεται με:

  1. Όγκους που αναπτύσσονται στους λεμφαδένες ή που έχουν κάνει μετάσταση από άλλα μέρη του σώματος.
  2. Μόλυνση ή τραυματισμό των λεμφικών αγγείων.
  3. Ακτινοθεραπεία.  
  4. Χειρουργική επέμβαση.
  5. Περιορισμό της κίνησης του μέλους.
  6. Πρώιμο ή οξύ λεμφοίδημα που δεν αντιμετωπίστηκε ικανοποιητικά.